Eurostat: Στα 4,9 δισ. ευρώ η αξία των εκτρεφόμενων ειδών υδατοκαλλιέργειας Ημερομηνία:
30/4/2024, 13:12 - Εμφανίσεις: 13
Μόλις τέσσερις χώρες της ΕΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, παρήγαγαν τα δύο τρίτα της συνολικής παραγωγής των εκτρεφόμενων ειδών υδατοκαλλιέργειας, η οποία το 2022 εκτιμάται σε 1,08 εκατ.
τόνους, αξίας 4,9 δισ.
ευρώ.
Η υδατοκαλλιέργεια περιλαμβάνει την ελεγχόμενη καλλιέργεια ψαριών, μαλακίων, φυκών και καρκινοειδών.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Eurostat, το 2022, οι 4 χώρες της ΕΕ που αντιπροσώπευαν συλλογικά περίπου το 67% της συνολικής παραγωγής εκτρεφόμενων υδρόβιων οργανισμών είναι η Ισπανία (25%), η Γαλλία (17%), η Ελλάδα (13%) και η Ιταλία (12%).
Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, η παραγωγή της Νορβηγίας ξεπέρασε εκείνη ολόκληρης της ΕΕ, με 1,66 εκατομμύρια τόνους παραγωγής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ήταν σολομός.
Τέσσερις χώρες της ΕΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα, παρήγαγαν τα δύο τρίτα της συνολικής παραγωγής των εκτρεφόμενων ειδών υδατοκαλλιέργειας Η παραγωγή στην ΕΕ επικεντρώνεται κυρίως σε είδη ιχθύων (όπως πέστροφα, τσιπούρα, λαβράκι, κυπρίνος, τόνος και σολομός) και μαλάκια (συμπεριλαμβανομένων μυδιών, στρειδιών και αχιβάδων), τα οποία μαζί αντιπροσώπευαν σχεδόν το σύνολο της παραγωγής υδατοκαλλιέργειας κατά βάρος το 2022.
Οι τιμές πώλησης Οι διάφοροι υδρόβιοι οργανισμοί απαιτούν διαφορετικές τιμές.
Η αξία παραγωγής της πέστροφας (15,1%) και του λαβρακιού (14,0%) είχαν τα υψηλότερα μερίδια αξίας για τον τομέα της υδατοκαλλιέργειας στην ΕΕ.
Οι διακυμάνσεις στην παραγωγή είναι παρούσες για διάφορους λόγους, όπως το γεγονός ότι ορισμένα είδη εκτρέφονται και καλλιεργούνται αποκλειστικά για σκοπούς αποθεματοποίησης, ορισμένα είδη ψαριών δεν συγκομίζονται το χρόνο, κάποιες επιχειρήσεις δοκιμάζουν νέα είδη και η παραγωγή ορισμένων ειδών είναι πειραματική.
Οι αυξημένες τιμές ενέργειας (λόγω του COVID και του πολέμου στην Ουκρανία) προκάλεσαν υψηλότερες τιμές παραγωγής, οι οποίες αντανακλώνται και στις τιμές πώλησης.
Ενώ η παραγωγή σε τόνους διέμεινε η ίδια (ή και μειώθηκε σε κάποιες χώρες), η συνολική αξία της παραγωγής σε ευρώ αυξήθηκε.