Συγκλονίζει 95χρονος που βίωσε τον πόλεμο του '40: Μάθαμε την ανάποδη γλώσσα για να μην μας καταλαβαίνουν Ημερομηνία:
Σήμερα 28/10/2025, 10:44 - Εμφανίσεις: 7
Με συγκλονιστικό τρόπο, ο 95χρονος Σταύρος Κολτσάκης εξιστόρησε το πώς βίωσε τον ελληνοϊταλικό πόλεμο και τη μετέπειτα κατοχή της Ελλάδας από τις ναζιστικές δυνάμεις.
Ο κ. Κολτσάκης, που ήταν 9 χρόνων όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος, εξιστόρησε στον τηλεοπτικό σταθμό ΑΝΤ1 τις δύσκολες εκείνες στιγμές.
«Επτά χρονών πήγα σχολείο στην Παλιά Κοκκινιά, έβγαλε τη Β’ τάξη και μετέπειτα κηρύχθηκε ο πόλεμος το ’40.
Ήμουν 9 χρονών.
Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός και όταν έγινε γενική επιστράτευση τον πήραν και τον πήγαν στην Αλβανία.
Πέρασαν κάμποσοι μήνες, κλείστηκε η Ελλάδα σιγά σιγά, ύστερα ήρθαν και οι Γερμανοί στην Ελλάδα.
Μαζεύαν τους Ιταλούς και τους καθαρίζανε», τόνισε.googletag.cmd.push(function() { googletag.display("300x250_m1"); }); Μίλησε για την πείνα εκείνης της περιόδου.
«Δεν είχαμε τι να φάμε.
Άρχισε η πείνα η μεγάλη στο σπιτικό μου υπήρχε ένα αδελφάκι μικρό και ο αδελφός μου, που ήταν 2 χρόνια μεγαλύτερος.
Πεινάγαμε, δεν είχαμε τι να φάμε.
Μετά από κάποιο διάστημα, ήρθε ο πατέρας μου γιατί γέννησε η μάνα μου το 4ο παιδί.
Όμως πήγε στο Ναυτικό Νοσοκομείο Πειραιώς με κρυοπαγήματα.
Εγώ ειδοποιήθηκα να του πηγαίνω ένα κομμάτι ψωμί στον πατέρα μου κάθε πρωί.
Την 7η μέρα μου είπαν ότι πέθανε.
Δεν ξέρανε που ήταν η σορός του, τους έπαιρναν 5-5 και τους θάβανε στην Ανάσταση, στο νεκροταφείο στα Ταμπούρια», υπογράμμισε και πρόσθεσε πως δεν βρήκε ποτέ που έθαψαν τον πατέρα του, παρότι έψαξε.
«Είχαν και ρουφιάνους οι Γερμανοί» «Έκατσα με δύο παιδιά και έμαθα την ανάποδη γλώσσα.
Αυτό το κάναμε για να μην μας καταλαβαίνουν γιατί είχαν και ρουφιάνους οι Γερμανοί», δήλωσε ακόμα ο 95χρονος.
Αμέσως μετά, ο Σταύρος Κολτσάκης άρχισε να ανάποδα για να δείξει πώς ακριβώς γίνεται και δήλωσε και άλλη μία ιστορία.document.addEventListener("DOMContentLoaded", function () {lazym2();}); «Στην Κέκροπος και στην Παπαστράτου στη γωνία υπήρχε ένα καφενεδάκι του μπάρμπα Γιώργη.
Εκεί υπήρχε ένας σκοπός στην πόρτα του εργοστασίου του Αγίου Γεωργίου με το αλεύρι και τον ρωτούσα κάθε πρωί αν θέλει καφέ.