Μόλις ένας στους πέντε εργαζόμενους καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας, καθώς οι ελάχιστες συμβάσεις βρίσκονται σε εφαρμογή ενώ κάποιες από αυτές δεν έχουν κηρυχθεί υποχρεωτικές ώστε να καλύψουν το σύνολο του κλάδου παραγωγής.
Γενική είναι η παραδοχή ότι το σύστημα των συμβάσεων παραμένει έως και σήμερα σε πλήρη κατάρρευση μετά τις αλλαγές που επήλθαν στο νομικό καθεστώς το 2012.
Το ποσοστό των εργαζομένων που καλύπτονται από κυμαίνεται μεταξύ του 20% έως 28%, όταν το 2010 καλύπτονταν το 100% των εργαζομένων.
Ενδεικτικό της ένδειας που επικρατεί στον τομέα των συλλογικών συμβάσεων είναι το γεγονός ότι κατά το 2024 υπογράφηκαν μόλις 18 κλαδικές συμβάσεις ενώ συνολικά παρευρίσκονταν σε εφαρμογή 47 που κάλυπταν 711.500 εργαζομένους.googletag.cmd.push(function() { googletag.display("300x250_m1"); }); Ωστόσο μόνο επτά από αυτές έχουν κηρυχθεί υποχρεωτικά εκτελεστές δηλαδή εφαρμόζονται στο σύνολο των εργαζομένων του κλάδου.
Για το λόγο αυτό, το πραγματικό ποσοστό κάλυψης είναι ακόμα χαμηλότερο και υπολογίζεται στο 20% περίπου.
Το γεγονός αυτό καθιστά απολύτως αναγκαία την επαναφορά του συλλογικού δικαίου για του θεσμού των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων στην προ της οικονομικής κρίσης κατάσταση, κάτι που αποτελεί και το πάγιο αίτημα των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Ήδη, το υπουργείο Εργασίας έχει ξεκινήσει διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους ώστε να συμφωνηθούν αλλαγές στο νομικό πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων με σκοπό να υπογράφονται περισσότερες κλαδικές συμβάσεις.
Τονίζεται ότι ευρωπαϊκή οδηγία που έχει κυρωθεί από τη χώρα μας προβλέπει την κάλυψη του 80% των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας.document.addEventListener("DOMContentLoaded", function () {lazym2();}); Έως το τέλος της χρονιάς θα πρέπει να έχουν οριστικοποιηθεί τα μέτρα, τα οποία θα τεθούν σε εφαρμογή το 2026, ενώ ταυτόχρονα θα ορισθεί και ο οδικός χάρτης για την μετάβαση από το σημερινό καθεστώς κατάρρευσης στην ενίσχυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.googletag.cmd.push(func...