Η ελληνική γλώσσα στο διάβα του χρόνου: Η γέννηση της ελληνικής γλώσσας (Μέρος Β') Ημερομηνία:
18/4/2022, 09:32 - Εμφανίσεις: 142
Οι τέσσερις βασικοί τομείς του γλωσσικού συστήματος στους οποίους επιβάλλεται να επικεντρώσουμε την προσοχή μας, ώστε να εντοπίσουμε τις αλλαγές που έλαβαν χώρα κατά τη μετάβαση από την «πρωτοϊνδοευρωπαϊκή» στην «πρωτοελληνική», είναι –όπως είχαμε τονίζει και στο αμέσως προηγούμενο άρθρο μας– η φωνολογία, η μορφολογία, το λεξιλόγιο και η σύνταξη.
Κατ’ αρχάς, όσον αφορά τον τομέα της φωνολογίας, το κληρονομημένο φωνητικό σύστημα διατηρήθηκε σχεδόν αναλλοίωτο στην «πρωτοελληνική».
Βεβαίως, έλαβαν χώρα κάποιες χαρακτηριστικές φωνητικές αλλαγές, όπως η απαλοιφή όλων των συμφώνων στο τέλος των λέξεων εκτός από τα [r], [n] και [s], καθώς και η εξέλιξη του ινδοευρωπαϊκού *m σε [n] –ν στο τέλος των λέξεων (π.χ., λατ.
agrum, ελλ.
αγρόν στην αιτιατική ενικού).
Εξάλλου, αξιοπρόσεκτες είναι οι ειδικές εξελίξεις που παρατηρούνται στην ομάδα των λαρυγγικών συμφώνων της ελληνικής (οι εν λόγω φθόγγοι χάθηκαν στις περισσότερες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες), όπως και ο περιορισμός του τονισμού στις τρεις τελευταίες συλλαβές της λέξης (στην «πρωτοϊνδοευρωπαϊκή» και στη μεταγενέστερη σανσκριτική ο τόνος μπορούσε να είναι σε οποιαδήποτε συλλαβή της λέξης).
Περνώντας στο δεύτερο τομέα, εκείνον που σχετίζεται με τα μορφολογικά στοιχεία της ελληνικής, πρέπει εν πρώτοις να επισημάνουμε ότι η ινδοευρωπαϊκή –κατ’ επέκταση και η ελληνική– γλώσσα υπέστη αλλαγές ευρείας κλίμακας τόσο στην τοποθέτηση του τόνου των λέξεων όσο και στο φωνηεντισμό (η παρουσία ενός συγκεκριμένου φωνήεντος στο θέμα μιας λέξης) τους.
Οι ιδιαίτερες μορφολογικές εξελίξεις της ελληνικής είναι δυνατόν να ταξινομηθούν σε τέσσερις υποκατηγορίες: μεταβολές στη μορφολογία των ονομάτων (ουσιαστικών και επιθέτων), των αντωνυμιών, των ρημάτων, καθώς και στη λεγόμενη παραγωγική μορφολογία (χρήση επιθημάτων για το σχηματισμό νέων ονομάτων και ρημάτων).
Στην πρώτη από τις προαναφερθείσες υποκατηγορίες εξετάζονται οι συντελεσθείσες μεταβολές στο ονοματικό κλιτικό σύστημα που κληρονόμησε η ελληνική από την «πρωτοϊνδοευρωπαϊκή».