Το επίθετο άγιος, κατά δεύτερον, δηλώνει τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία κάτι το αξιοσέβαστο, το καθαγιασμένο από το χρόνο. Η λέξη, που δε συναντάται στον Όμηρο και στην τραγωδία, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για ένα ναό, για θυσίες ή όρκους, καθώς και για όντα (όχι όμως για τα θεία όντα, τις θεότητες) που αντιμετωπίζονται με σεβασμό. Είναι αξιοσημείωτο ότι, πέραν του δασυνόμενου τύπου, κάνει την εμφάνισή του κι ένας ψιλούμενος τύπος της ρίζας αγ- στη λέξη άγος, η οποία κατά κανόνα σημαίνει μίασμα ή κατάρα (εξ ου και ο εναγής, δηλαδή ο ευρισκόμενος σε άγος, ο καταραμένος, ο μιαρός), αλλά θα μπορούσε να έχει και την έννοια της καθαρτήριας θυσίας, της θυσίας που προσφέρεται προς εξαγνισμό. Το γεγονός αυτό οδήγησε ορισμένους μελετητές στο να εικάσουν ότι υπάρχει μία και μοναδική ρίζα αγ-, που φανερώνει την ιδιαίτερη σχέση του ανθρώπου με τους θεούς, είτε με την έννοια του ιερού είτε με την έννοια του μιάσματος (στη λατινική γλώσσα, κατ’ αντιστοιχίαν, το επίθετο sacer σημαίνει ιερός, αλλά και κατάρατος, επάρατος, καταδικασμένος από τους θεούς σε καταστροφή). Δεδομένου πάντως
Διαβάστε περισσότερα |